επιδημία - αυξημένη συχνότητα νόσου σε μικρό σχετικά διάστημα σε μία περιοχή ή χώρα, επιδημική έκρηξη - ξαφνική ε΄΄ξαρση κρουσμάτων μιας νόσου σε μικρό χρονικό διάστημα π.χ. τροφική δηλητηρίαση, πανδημία - εξάπλωση μιας νόσου σε πολλ΄ές χώρες ή σε παγκόσμια., ενδημία - νόσος με σταθερή επίπτωση και επιπολάσμο, πληθυσμιακή ανοσία - αριθμός ατόμων με ανοσία σε ένα λοιμώδες νόσημα, κρούσμα - άνθρωπος που έχει μολυνθεί από κάποιο παθογόνο μικροοργανισμό, επίπτωση - νέα κρούσματα μιας νόσου σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, επιπολασμός - σύνολο κρουσμάτων σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, επιδημιολογία - αυτή μελετά τα αίτια και τη συχνότητα εμφάνισης νόσου,ερευνά τα χαρακτηριστικά κατανομής της και δείχνει μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης, εμβολιασμός - επιτυγχάνεται τεχνητά η πληθυσμιακή ανοσία,

Επιδημιολογικοί ορισμοί

Výsledková tabule/Žebříček

Vizuální styl

Možnosti

Přepnout šablonu

Obnovit automatické uložení: ?