1) φονεύω (παρατατικός β' πληθυντικό) a) ἐφόνευον  b) φονεύετε c) φόνευσεις d) ἐφονεύετε e) ἐφόνευσαν 2) ἐκδιώκω (αόριστος, γ΄ πληθυντικό) a) ἐκδιώκουσιν b) ἐξεδίωξαν c) ἐξεδιώκομεν d) ἐξεδίωκον 3) διαβαίνω (παρατατικός, α΄ ενικό) a) διέβαινον b) διαβαίνουσι c) διάβαινον 4) αυξάνω (παρατατικός, γ΄ πληθυντικό) a) αὐξάνουσι b) ηὔξανε c) ηὔξανον 5) πράττω (αόριστος, β΄ πληθυντικό) a) πέπραχα b) ἐπράττετε c) πράξετε d) ἐπράξατε 6) πέμπω (παρατατικός, α΄ πληθυντικό) a) πέμπομεν b) πέμψομεν c) ἐπέμπομεν d) ἐπέμψαμεν 7) περιέχω (παρατατικός, γ΄ ενικό) a) περιέχουσιν b) περιέξει c) περιείχε d) περιέχετε 8) πείθω (αόριστος, β΄ ενικό) a) πείθεις b) ἔπεισας c) ἐπείθαμεν d) πείσεις 9) ἔχω (παρατατικός, α΄ ενικό) a) ἔχομεν b) ἔξω  c) εἴχον d) ἔστι 10) διαπρέπω (παρατατικός, α΄ ενικό) a) διέπρεπον b) διαπρέπουσι c) διέπρεπες d) διέπραξας e) διαπράξομεν 11) κολάζω (παρατατικός, β΄ ενικό) a) κολάσεις b) κολάζεις c) ἐκόλαζες d) ἐκόλασες 12) ἐκπέμπω (αόριστος, γ΄ πληθυντικό) a) ἐκπέμπουσιν b) ἐξέπεμψε c) ἐκπέμψει d) ἐκπέμπει e) ἐξέπεμψαν 13) διαπράττω (παρατατικός, α΄ πληθυντικό) a) διαπράξομεν b) διεπράττομεν  c) διαπράττομεν d) διεπράξαμεν 14) θύω (αόριστος, β΄ ενικό) a) θύεις b) ἔθυσας c) ἔθυες d) θύσεις 15) ἀρπάζω (παρατατικός, γ΄ ενικό) a) ἀρπάξει b) ἤρπαζες c) ἤρπαζε d) ἤρπαξας 16) περιστρέφω (αόριστος, α΄ ενικό) a) περιστρέψω b) περιέστρεφον c) περιστρέψουσι d) περιέστρεψα 17) καταπλέω (παρατατικός, β΄ πληθυντικό) a) καταπλέετε b) καταπλεύσετε c) κατέπλεον d) κατεπλέετε 18) πείθω (αόριστος, γ΄ πληθυντικό) a) ἔπεισα b) ἔπεισαμεν c) ἔπεισε d) ἔπεισαν 19) κελεύω (παρατατικός, α΄ πληθυντικό) a) κελεύσομεν b) ἐκελεύσαμεν c) ἐκελεύομεν d) κελεύομεν 20) ἀκούω (αόριστος, β΄ ενικό) a) ἀκούετε b) ἀκούσατε c) ἠκούσατε d) ἤκουσας

Επιλέξτε το σωστό.

Skor Tablosu

Görsel stil

Seçenekler

Şablonu değiştir

Otomatik olarak kaydedilen geri yüklensin mi: ?