University Čeština jako druhý jazyk
Παραδείγματα από την κοινότητά μας
168 αποτελέσματα για 'university čeština jako druhý jazyk'

pexeso: ž, š, ř, č, c, j
Βρες τα ζευγάρια

5. pád jména (muži)
Κάρτες φλας

slovesa s akuzativem
Κουίζ

5. pád jména (muži)
Ταξινόμηση κατά ομάδα

ten ta to - práce
Ταξινόμηση κατά ομάδα

slovesa s akuzativem
Κάρτες φλας

10 verbs "-ím"
Κάρτες φλας

Státy Evropy
Διάγραμμα με πινέζες

instrumental
Κάρτες φλας

hy, chy, ky, ry
Ταξινόμηση κατά ομάδα

Pexeso: vynálezy
Βρες τα ζευγάρια

ten ta to - oblečení
Ταξινόμηση κατά ομάδα

podzimní osmisměrka
Κρυπτόλεξο

příroda na jaře
Κουίζ

sporty
Τυχαίες κάρτες

TEN TA TO #2
Ταξινόμηση κατά ομάδα

- ám slovesa
Διάγραμμα με πινέζες

-ím slovesa
Διάγραμμα με πινέζες

pexeso podzim
Βρες τα ζευγάρια

masopust
Παρακολουθήστε και απομνημονεύστε

Petr má svetr. Jaký?
Διάγραμμα με πινέζες

31.10.
Κρεμάλα

Jak se dá zlobit
Διάγραμμα με πινέζες

aktivity v parku
Διάγραμμα με πινέζες

ten ta to - lidské tělo
Ταξινόμηση κατά ομάδα

signály rozhodčího 2
Κάρτες φλας

Hlavní města Evropy
Διάγραμμα με πινέζες

Jak se kde mluví
Αντιστοίχιση

Jak pečujeme o domov
Διάγραμμα με πινέζες

dělat - to do
Κάρτες φλας

zajímat se o +acc to be interested in (+acc)
Αντιστοίχιση

běhat - to run
Κάρτες φλας

chtít - to want
Κάρτες φλας

jíst - to eat
Κάρτες φλας

utrácet za +acc to spend on (+acc)
Αντιστοίχιση

být - to be
Κάρτες φλας

chtít - to want
Αντιστοίχιση

říkat - to say
Κάρτες φλας

být - to be
Αντιστοίχιση

mít - to have
Κάρτες φλας

dát si - to have (as in ordering in a restaurant)
Αντιστοίχιση

pokusit se o (něco) acc.
Αντιστοίχιση
říkat - to say
Αντιστοίχιση
vidět - to see
Αντιστοίχιση
vidět +acc to see (+acc)
Κάρτες φλας
mít - to have
Αντιστοίχιση
běhat - to run
Αντιστοίχιση
rozumět - to understand
Κάρτες φλας
ucházet se (o něco) acc.
Κάρτες φλας
čekat na +acc to wait for (acc)
Αντιστοίχιση
platit za + acc to pay for (acc.)
Αντιστοίχιση
dělat - to do
Αντιστοίχιση
rozumět - to understand
Αντιστοίχιση
vidět - to see
Κάρτες φλας
hokejové pexeso
Βρες τα ζευγάρια
opylovači
Κουίζ
muset - to must (to have to)
Κάρτες φλας